Έρχονται ώρες, που ξαφνικά σε πλημμυρίζει ολάκερο η νοσταλγία του ανέκφραστου, σαν τη θολή, αόριστη ανάμνηση απ’ τη γεύση ενός καρπού, πού ’φαγες κάποτε, πριν χρόνια, σαν ήσουνα παιδί, μια μέρα μακρινή, λιόλουστη και θέλεις να τη θυμηθείς κι όλο ξεφεύγει. Τα μάτια σου γεμίζουν τότε από ’να θάμπος χαμένων παιδικών καιρών. Ή ίσως κι από δάκρυα. Γι’ αυτό, σας λέω, πιστεύετε πάντοτε έναν άνθρωπο που κλαίει. Είναι η στιγμή που σας απλώνει το χέρι του, φιμωμένο και γιγάντιο. Εκείνο που ποτέ δε θα ειπωθεί... Τάσος Λειβαδίτης.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου