Δεν είχα ποτέ τίποτα από εσένα και εσύ είχες τα ζάρια.
Έριχνες και ξαναέριχνες και προχωρούσες.
Όλη σου η ζωή μια ζαριά. Περνούσες, προσπερνούσες, ψυχές
κι αγκαλιές, σε ένα παιχνίδι χωρίς τελειωμό, με λόγια αέρας
καυτός, φύλλα σκόρπια. Μια ατελείωτη αναζήτηση της χαμένης
αθωότητά σου, της άδειας καθημερινότητας σου.
Θηρευτής και θήραμα ταυτόχρονα, εν αγνοία σου. Ψάχνοντας
νερό λήθης, πιάστηκες στη δική σου παγίδα και ένιωσες!
Έκπληκτος, χωρίς να το περιμένεις . Μέγας τρόμος,
να αισθάνεσαι εκεί βαθιά, κάτι να τρέμει, να ανασαίνει.
Από τι; Από αυτό που προσπέρασες, πλήγωσες, άπειρες φορές,
γιατί το νόμισες λίγο. Κρύφτηκες τρέχοντας, πάλι πλησίασες
και ξανακρύφτηκες με εγωισμό και σιωπή.
Πώς γίνεται στο κυνήγι των κορμιών η ψυχή να παραδοθεί
σε αυτό που δεν έζησε, παρά μόνο φευγαλέα άγγιξε, σε ένα
φιλί αποχωρισμού. Ξέρεις υπάρχουν κάποια μικρά, στιγμές,
που δεν τις ζυγιάζεις σωστά, λέγοντας σαν όλες τις άλλες είναι,
Γεωργία Χαλαζωνίτου
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου