Υπάρχει μια στιγμή που σταματάει ο χρόνος.
Μία ελάχιστη διαμονή στο ίδιο δευτερόλεπτο, το ίδιο λεπτό,
εσύ κοιτάς το άπειρο και εκείνο σου κλείνει το μάτι.
Πονάς, νιώθεις να κόβεται η σάρκα σου, ακόμα και σε μέρη
του σώματος σου που δεν ήξερες πως υπάρχουν.
Τα μάτια σου γεμίζουν δάκρυα, τα χέρια σου τρέμουν,
η ψυχή σου μαυρίζει. Πίσσα, σκοτάδι παντού.
Πριν από λίγο θα ορκιζόσουν πως το πιο τραγικό πράγμα
στην ζωή σου είναι ο χωρισμός σου. Ίσως το αυτοκίνητο που
τράκαρες προχθές και δεν μπορείς να το φτιάξεις. Το παιδί σου
που στο σχολείο πήρε άσχημους βαθμούς. Ο προϊστάμενος σου
που σε κρατάει υπερωρίες και δεν σε πληρώνει.
Και ξαφνικά συνειδητοποιείς πως όλα αυτά είναι
ένα μεγάλο μηδέν. Χάνεσαι σε ένα μαύρο ποταμό γεμάτο φίκια
και κολυμπάς χωρίς να ξέρεις που θα σε βγάλει.
Από πάνω σου μαύρα πουλιά πετάνε, ο ουρανός δεν είναι
πιά γαλάζιος και τα χέρια σου έχουν μουδιάσει.
Ουρλιάζεις αλλά κανένας δεν σε ακούει, φωνάζεις "γιατί",
αλλά η απάντηση δεν έρχεται. Η ζωή σου περνάει από
μπροστά σου καρέ καρέ, φοβάσαι, κρυώνεις και ιδρώνεις.
Στο βάθος μόνο ακούγεται η φωνή του γιατρού, σαν
από πολύ μακριά, "Θα κάνουμε έναν κύκλο χημειοθεραπείες
και μετά ακτινοβολίες. Όλα καλά θα πάνε."
Όλα .. Ποια όλα; Νιώθεις να θες να πάρεις φόρα να πέσεις από
το παράθυρο, όμως κάτι σε κρατάει και δίνεις αδύναμα το χέρι
στον γιατρό σου, ενώ σηκώνεσαι αργά από την καρέκλα.
Βγαίνεις έξω. Κρύο, παγωνιά και εσύ ορκίζεσαι πως καις.
Εκείνη την στιγμή θυμώνεις, οργίζεσαι, τα βάζεις με εσένα,
με τον κόσμο, με τον Θεό τον ίδιο.
Λίγο αργότερα βάζεις το κλειδί στην πόρτα του σπιτιού,
βλέπεις τα μάτια του παιδιού σου και το παίρνεις αγκαλιά.
Όλα τώρα είναι πιο εύκολα. Δυνάμωσες, ξαφνικά έγινες
άλλη τόση. Το βράδυ αργά προσεύχεσαι και ύστερα δίνεις
μια υπόσχεση στον εαυτό σου.
"Δεν θα με νικήσεις εσύ καρκίνε, εγώ θα σε τσακίσω.
Περίμενε και θα δεις.
Σίγουρα δεν ξέρεις με ποιόν τα έβαλες κακόμοιρε.
Ατύχησες. Με λένε γυναίκα! "
Γιάννη μου την αγάπη μου!
ΑπάντησηΔιαγραφή